Sunday, August 31, 2008

«16 Αυγούστου, 8 το βράδυ, σας καλούμε για φαγητό και χορό στην Πλατεία του Αγίου Νικολάου»



Το τελευταίο party του καλοκαιριού στη Ράχωβα

«16 Αυγούστου, 8 το βράδυ, σας καλούμε για φαγητό και χορό στην Πλατεία του Αγίου Νικολάου» έγραφε με καλλιγραφικά κεφαλαία γράμματα η πρόσκληση των παιδιών.
Χαρούμενα τη μοίρασαν από πόρτα σε πόρτα σε όλες τις οικογένειες.
Η ανάμνηση από τα γλέντια των προηγούμενων χρόνων μας ενθουσίασε και περιμέναμε με ανυπομονησία τη βραδιά εκείνη.
Την ίδια νύχτα, κατά σύμπτωση, θα μεταμόρφωνε όλο το χωριό και η πανσέληνος του Αυγούστου.
Η προσφορά όλων με κάποιο φαγητό ή γλύκισμα, συνετέλεσε στο να στρωθεί ένα πλούσιο δείπνο.
80 και πλέον άτομα πήραμε τη θέση μας στα 6 τραπέζια, που τοποθετήθηκαν σε ορθή γωνία στην πιο ρομαντική τοποθεσία του χωριού, στην πλατεία έξω από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου, κάτω από τον αιωνόβιο πλάτανο.
Τα παιδιά που παραθερίζουν στο χωριό μας, αυτοί οι μικροί πρωταγωνιστές, μας περιποιήθηκαν με τον καλύτερο τρόπο.
Τα χάρτινα τραπεζομάντιλα και τα απλά σερβίτσια τοποθετούνταν με μεγάλη χάρη και ευγένεια.
Αναψυκτικά, μπύρες, κρασί, όλα πλούσια. Βραστό βεργάδι, πατάτες ψητές, τυριά, σαλάτες, όλα ντόπια και αγνά, γέμισαν τα πιάτα μας.
Η βραδιά ήταν ζεστή, το ολόγιομο φεγγάρι γλιστρούσε στο βελούδο του στερεώματος, ρίχνοντας τις ασημένιες ακτίνες του σε κάθε σπιθαμή της γης.
Οι κασέτες για τη μουσική ήταν προσεκτικά διαλεγμένες από τα παιδιά κι εμάς τους μεγάλους. Δώσαμε τους πρώτους χορούς στα παιδιά, συνεχίσαμε για κάποιο διάστημα με τσάμικα και καλαματιανά για τους μεγάλους και μέχρι αργά το ξημέρωμα συνέχισαν οι μικροί με τα μοντέρνα της εποχής τους.
Φαγητά, ποτά, χορός. Ένα αποχαιρετιστήριο party που έχουν καθιερώσει τα παιδιά της Ράχωβας τα τελευταία χρόνια. Περνούμε εξαίσια. Μας μένει στην καρδιά ένα ακόμη ξεφάντωμα στην Εξοχή, κάτω από το θεόρατο πλάτανο της πλατείας του Αγίου Νικολάου.


Ελένη Ασημακοπούλου - Μανωλοπούλου

Thursday, August 28, 2008

O δημόσιος κόσμος





Ο δημόσιος κόσμος συνδέεται με το ανθρώπινο τεχνούργημα, με τα κατασκευάσματα των ανθρώπινων χεριών, και με όσα συμβαίνουν μεταξύ εκείνων που κατοικούν από κοινού τον δημιουργημένο από τον άνθρωπο κόσμο. «Η συμβίωση μέσα στον κόσμο σημαίνει κατ’ ουσίαν ότι ένας κόσμος πραγμάτων βρίσκεται μεταξύ εκείνων που τον έχουν από κοινού, όπως ένα τραπέζι βρίσκεται μεταξύ εκείνων που κάθονται γύρω του. Ο κόσμος, όπως κάθε τι που βρίσκεται ‘μεταξύ’, συνδέει και συγχρόνως χωρίζει τους ανθρώπους». (σ. 78)

«Κάτω από τις συνθήκες ενός κοινού κόσμου, την πραγματικότητα δεν την εγγυάται κατά κύριο λόγο η ‘κοινή φύση’ όλων των ανθρώπων που την συνιστούν, αλλά μάλλον το γεγονός ότι, παρά τις διαφορές θέσεως και παρά την ποικιλία όψεων που προκύπτει, όλοι ενδιαφέρονται πάντα για το ίδιο αντικείμενο. Αν η ταυτότητα του αντικειμένου δεν είναι πλέον δυνατό να διακριθεί, καμιά κοινή φύση των ανθρώπων, και λιγότερο απ’ όλα ο αφύσικος κομφορμισμός μιας μαζικής κοινωνίας, δεν μπορεί ν’ αποτρέψει την καταστροφή του κοινού κόσμου, που συνήθως ακολουθεί την καταστροφή των πολλών όψεων, με τις οποίες εμφανίζεται στο ανθρώπινο πλήθος. Αυτό μπορεί να συμβεί κάτω από συνθήκες απόλυτης απομόνωσης, όπου κανείς δεν μπορεί πια να συμφωνήσει με κανέναν άλλο, όπως συμβαίνει συνήθως στις τυραννίες».(σ. 85)

Η Arendt παρατηρεί ότι την απώλεια της δημόσιας σφαίρας μαρτυρεί με σαφή τρόπο η απώλεια ενδιαφέροντος για την αθανασία. Παραθέτει τον Αριστοτέλη οποίος στα Ηθικά Νικομάχεια έγραψε: «Κατά την εξέταση των ανθρώπινων υποθέσεων δεν πρέπει κανείς … να εξετάζει τον άνθρωπο ως έχει, δεν πρέπει να εξετάζει τι είναι θνητό στα θνητά πράγματα, αλλά να στοχάζεται γι’ αυτά [μόνο] στον βαθμό που έχουν την δυνατότητα να καταστούν αθάνατα». Η Πόλις των Ελλήνων και η Res Publica των Ρωμαίων ήταν η εγγύηση κατά της ασημαντότητας της ατομικής ζωής. (σ. 85)

Arendt, H. (1958) Η Ανθρώπινη Κατάσταση, 1986, Μετάφραση: Στ. Ροζάνης, Γ. Λυκιαρδόπουλος, Αθήνα, Γνώση

Wednesday, August 27, 2008

Αλληθέστατη αιτία





"Είναι ολοφάνερο πράγματι, ότι ο ιστορικός Θουκυδίδης στοχεύει σε μια μορφή αλήθειας, που δεν είναι διόλου αποδεκτή ή αναγνωρισμένη από τους ιστορικούς ως επιδιωκόμενος σκοπός, δεν θέλει να ορίσει απλώς την αλήθεια των γεγονότων: η αλήθεια αυτή είναι μια ύψιστη απαίτηση και κατά κάποιον τρόπο προϋπόθεση. Θέλει μέσα από τα γεγονότα αυτά, να συγκρατήσει μόνο εκείνα όπου διακρίνονται βαθύτερες τάσεις. Το λέει στην περίφημη φράση - κεφάλαιο Α22 - όπου διευκρινίζει το είδος της αλήθειας, στην οποία αποβλέπει: 'Αλλά είμαι ικανοποιημένος αν το έργο μου κριθεί ωφέλιμο για όσους θελήσουν να έχουν ακριβή γνώση των γεγονότων που συνέβησαν και εκείνων που που θα συμβούν στο μέλλον, τα οποία, από την πλευρά της ανθρώπινης φύσης, θα είναι όμοια και παραπλήσια. Έγραψα την ιστορία μου για να μείνει αθάνατο κτήμα των ανθρώπων και όχι έργο επίκαιρου διαγωνισμού για ένα πρόσκαιρο ακροατήριο'. Για να υπάρξει αυτή η δυνατότητα, πρέπει να αναγνωρίσουμε στα γεγονότα που αφηγείται καταστάσεις γενικότερης φύσης, βαθειά ανθρώπινες τάσεις, εν ολίγοις αίτια που δεν είναι πάντοτε ορατά, αλλά συνιστούν ήδη ένα είδος πολιτικής φιλοσοφίας. Την διακρίνουμε στον τρόπο με τον οπίο ο Θουκυδίδης, αμέσως μόλις περιγράψει τα αίτια του πολέμου, αντιπαρέρχεται εκείνα που αποκαλεί περιστατικά και διαφορές, για να συγκρατήσει μόνο αυτό που ονομάζει αληθέστατη αιτία. Έτσι προβάλλει τον ρόλο δύο συναισθημάτων εξίσου θεμελιωδών, όπως ο πόθος της εξουσίας και η ανάγκη της ανεξαρτησίας - δύο ισχυρά συναισθήματα που απαντώνται σε ολόκληρο το έργο του".




Jacqueline de Romilly (2005) Η Έξαρση της Δημοκρατίας στην Αρχαία Αθήνα, Αθήνα, 2006, Μετάφραση: Μπ. Αθανασίαου, Κ. Μηλιαρέση, Graal/Το Άστυ σ. 51-52


Saturday, August 9, 2008

Αυτά ήταν κάποτε εύφορα χωράφια


Θυμάσαι τις νύχτες του Αυγούστου, 1948-1955, που μαζεύανε το αραποσίτι; Τα χέρσα τώρα χωράφια ήταν κάποτε αγροί όπου καλλιεργούσανε στάρι και αραποσίτι. Τον Αύγουστο δεν ήταν η εποχή της συγκομιδής; Τον Σεπτέμβρη τρυγούσαμε τα αμπέλια. Τον Αύγουστο μαζεύμαε τα αραποσίτια. Θυμάσαι που μαζεύονταν άντρες και γυναίκες στα αλώνια; Και ξενυχτούσαν με πυροφάνια συλλέγοντας και καθαρίζοντας τα αραποσίτια. Πρώτα της μιας οικονένειας, μετά της άλλης, μετά της άλλης, όλοι μαζί, μια κοινότητα. Λέγοντας ιστορίες, κάνοντας αστεία, υπονοούμενα, και αυτοσχέδια τραγούδια. Με αλληλεγγύη. Με την χάρη της αλληλοβοήθειας. Βέβαια οι καταστολές των επιθυμιών και των συναισθημάτων ήταν καθεστώς σε μια αγροτική κοινότητα. Ήταν αιτία και αποτέλεσμα φόβου των ορμών. Αλλά εμείς δεν κρυφακούγαμε τα ζευγάρια; Δεν τολμούσαμε; Δεν παίζαμε; Τα μικρά παιδιά τα μάζευαν στην άκρη κάτι γιαγιάδες και τα κάθιζαν στους όχθους. Και όλο ιστορίες για διαμόνους μας έλεγαν. Θυμάσαι αυτό το φως από τις λάμπες εκείνες τις μαγευτικές νύχτες του Αυγούστου; Το φως που άναβε την επιθυμία να γνωρίσουμε. Και τον φόβο. Την λαχτάρα. Και την κατάφαση της ζωής. Βέβαια δεν ήταν τότε όλα καλά και τώρα είναι όλα άσχημα.
Αλλά τότε είχαμε αλώνια, αγορές, τρύγους, γιορτές όπου συναντούσαμε ο ένας τον άλλο. Πώς κατακερματίστηκε ο κοινωνικός μας ιστός;