Πολύ πιο ζωντανή, πολύ πιο ανθηρή, πολύ πιο παραγωγική, με πολλούς κατοίκους και κατοικημένες οικίες ήταν παλιά. Ανθούσε η γεωργία. Καλλιέργειες από αρίστης ποιότητας σιτηρά και πάσης φύσεως κηπευτικά, ομόρφαιναν το χωριό και ικανοποιούσαν τις ανάγκες των κατοίκων του. Όλοι οι αγροί ήταν αξιοποιημένοι και το οπωροφόρα δέντρα ήταν άφθονα. Ευνοούνταν, εννοείται, από τα πλούσια, τότε νερά και τα πολλά εργατικά χέρια. Τώρα κυριαρχεί η κτηνοτροφία. Η λειψυδρία έχει φτάσει σε σημείο να στερούνται οι άνθρωποι και τα κοπάδια, ακόμα, το πόσιμο νερό. Μια εικόνα πανέμορφη, παλιά, υποφερτή μόνο μπορώ να πω, τώρα. Ο τουρισμός κάπως την πλουτίζει.Τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί σε έναν κάπως τουριστικό τόπο, με ξένους κατοίκους και αρκετά καινούρια σπίτια. Οι συνοικίες, τα «προάστιά» της, όπως μου αρέσει να τα αποκαλώ, άλλαξαν μορφή. Το χωριό, βέβαια, είναι πάντα χτισμένο σε μήκος δύο περίπου χιλιομέτρων. Τα εβδομήντα σπίτια του διασκορπισμένα κατά μήκος και στο βάθος κάπου – κάπου του κεντρικού δρόμου. Με την είσοδό μας στο χωριό συναντούμε τα πρώτα οκτώ σπίτια του, σχεδόν ενωμένα, μια γειτονιά, το λεγόμενο «Κάτω Χωριό». Σε αυτό δεσπόζει το εξωκλήσι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, ψηλά από το δρόμο, σε δενδρόφυτη τοποθεσία που το καθιστά σχεδόν αόρατο σε κάθε διερχόμενο. Είναι η Προστάτιδα του Κάτω Χωριού, η Προστάτιδα όλου του χωριού, η Προστάτιδα όλου του κόσμου. Όλο το Κάτω Χωριό είναι πνιγμένο στις καρυδιές, στις λεύκες και στα οπωροφόρα δέντρα. Από τα οκτώ σπίτια, που τα πρώτα χρόνια ήταν όλα γεμάτα και με ζωή, τώρα κατοικούνται μόνο δύο και αυτά από δύο μόλις άτομα το καθένα. Περνούσες ή, μάλλον, έμπαινες στο χωριό και σε καλωσόριζαν πολλοί μεγάλοι και παιδιά, με φωνές και γέλια. Άνοιγε η καρδιά σου. Τώρα σιωπή. Τα σπίτια, ντουβάρια κλειστά, στέκουν μόνα, ταλαιπωρημένα από τη φθορά του χρόνου και την εγκατάλειψη. Τα τωρινά ζευγάρια ή θα τα αναζητάς στα περιβόλια ή με τα κοπάδια στα λιβάδια. Πολύ όμορφη η εικόνα παλιά, πολύ θλιβερή τώρα. Ακολουθώντας ανηφορικά το δρόμο, μεσολαβεί μία απόσταση διακοσίων μέτρων, περίπου, χωρίς σπίτια και εν συνεχεία συναντάμε 5 – 6 σπίτια εκατέρωθεν του δρόμου. Είναι μια δεύτερη γειτονιά. Από τα σπίτια αυτά, τα τρία ανοίγουν για λίγες μέρες το καλοκαίρι. Κάποιος μπαίνει, κάποιος βγαίνει, έτσι, για κάποιο πότισμα και πάλι κλειστά. Βουβαμάρα κι εδώ. Ψηλά από το δρόμο αυτής της γειτονιάς είναι χτισμένο το εκκλησάκι το αφιερωμένο στη χάρη του Αγίου Αθανασίου. Διατηρείται σε άριστη κατάσταση ή, μάλλον, χρόνο με το χρόνο, γίνεται πιο όμορφο από τις φροντίδες και τις δωρεές της οικογένειας του Ραχωβίτη Σπύρου Γουμπούρου και των απογόνων του. Είναι ο Άγιος σε θαύμα του οποίου αποδόθηκε η σωτηρία του ιδίου και ενός από το τέσσερα παιδιά του. Ανοίγει κάποια φορά το καλοκαίρι και το επισκεπτόμαστε. Σε μικρή απόσταση, 100 με 200 μέτρα, από αυτή τη γειτονιά μπαίνουμε στο κέντρο της Ράχωβας. Εδώ είναι χτισμένα τα περισσότερα από τα 70 σπίτια όλου του χωριού. Δεσπόζει ο Άγιος Νικόλαος, η μητρόπολη τώρα. Τη χαρακτηρίζουν οι υπέροχες εικόνες και το θαυμάσιο τέμπλο. Στο προαύλιο της εκκλησίας είναι το ηρώο των πεσόντων και το κοινοτικό κτίριο. Στο ισόγειο του διωρόφου κτίσματος παλιά στεγαζόταν και το Δημοτικό Σχολείο. Από την εποχή που το σχολείο έκλεισε λόγω ελλείψεως μαθητών, το ισόγειο του κτιρίου της κοινότητας είχε λειτουργήσει σας καφενείο. Η ιδανική θέση του κάτω από τα πλατάνια και τις τρεχούμενες βρύσες δίπλα του, το καθιστούσε το καταλληλότερο μέρες του χωριού για το πανηγύρι του Αϊ – Λιά και τις άλλες τυχόν συγκεντρώσεις μας. Εδώ έγινε προ χρόνων και η σύσταση του Συλλόγου των Απανταχού Ραχωβιτών «Ο Προφήτης Ηλίας» και εδώ, μια φορά το χρόνο, γίνεται το πάρτι που αυτός διοργανώνει. Άκουσα πρόσφατα πως ίσως ο σύλλογος διαλυθεί και έτσι θα μειωθεί και η ψυχαγωγία μας κατά ένα μέρος. Ευτυχώς που τα τελευταία χρόνια στο χώρο αυτό τα παιδιά που παραθερίζουν στο χωριό, οργανώνουν ένα αποχαιρετιστήριο πάρτι για όλους μας. Περνούμε ένα όμορφο βράδυ. Η Κοινότητα τώρα απορροφήθηκε από το Δήμο και, έτσι, και το κτίριο αυτό έμεινε κλειστό. Ευτυχώς υπάρχει ακόμα ο πλάτανος και ο Άγιος Νικόλαος και μας συγκεντρώνουν αρκετές φορές τους μήνες του καλοκαιριού. Άλλα 300 μέτρα από το κέντρο και, αφού ανηφορίσουμε αρκετά, φτάνουμε στο άκρο του χωριού, στον Αϊ – Λιά, στη λίμνη, στις άλλες βρύσες, στον άλλο μεγάλο πλάτανο. Αρκετά παλιά σπίτια, πρόσφατα ανακαινισμένα, 4 –5 καινούρια και το δικό μας, 25 περίπου χρόνων, αποτελούν τη γειτονιά μας. Η ομορφιά εδώ φτάνει στο αποκορύφωμά της. Ακουμπάμε κυριολεκτικά στα βράχια, στα κατακόρυφα, απόκρημνα βράχια της γραφικής Σκαλίτσας. Η θέα από παντού σε μαγεύει. Όλα τα απέναντι χωριά φαντάζουν όμορφα, πνιγμένα στα έλατα, μέχρι το Σαραντάπηχο. Ο ήλιος σ’ αυτά αργεί να πέσει. Στη Ράχωβα έχει σχεδόν σουρουπώσει και το Σαραντάπηχο το λούζει ο ήλιος. Εγώ, προσωπικά, κατατάσσω αυτό το φαινόμενο στο άριστο κλίμα και προσανατολισμό του χωριού μας. Από νωρίς η δροσιά μας πλημμυρίζει, Είναι η περιοχή του Αϊ – Λιά με το εξωκλήσι που στέκει εκεί από το 1909. Πανηγυρίζει στις 20 Ιουλίου με ακολουθίες, αρτοκλασίες και πολλούς πιστούς. Θα τελειώσω με τους δύο κάθετους στον κεντρικό δρόμο στενότερους δρόμους. Ο ένας αρχίζει από το κέντρο του χωριού και οδηγεί στα ονομαστά «Ρουπιάνικα». Τα πρώτα χρόνια που παραθερίσαμε στη Ράχωβα, εκεί υπήρχαν πολλά σπίτια κατοικημένα, πλούσια νερά, μεγάλη βλάστηση. Τώρα είναι όλα σχεδόν ακατοίκητα. Η συνήθης πορεία των πραγμάτων (όλοι στις πόλεις) και κάποιος από τους τελευταίους σεισμούς, συνετέλεσαν σε αυτό το αποτέλεσμα. Τώρα βοηθάει και η παντελής έλλειψη νερών. Τα πανέμορφα ποτιστικά έχουν μείνει χέρσα και από πράσινο υπάρχουν μόνο μερικές καρυδιές και αυτές αρρωστημένες. Κάποιο καινούριο σπιτάκι έχει ξεφυτρώσει, ακατοίκητο, όμως, ακόμα, το τυροκομείο του Χρήστου Πετρόπουλου, κλειστό από χρόνια, το κοιμητήριο του χωριού και ο Αϊ – Γιάννης. Παλιά ήταν μία από τις τρεις ενορίες της σπουδαίας, τότε, Ράχωβας. Διατηρείται αρκετά καλά από τις συνεχείς φροντίδες και τις ανακαινίσεις. Κάθε χρόνο λειτουργείται στις 29 Αυγούστου στη χάρη του Αγίου. Από τη λίμνη του Αϊ – Λιά αρχίζει και άλλος δρόμος, που οδηγεί στην τελευταία γειτονιά του χωριού, τα γνωστά «Μιχαλέικα». Στην αρχή αυτού του «προαστίου», υπάρχει ρεματιά με άφθονη βλάστηση και αμέσως μετά οι Άγιοι Ταξιάρχες. Αξιόλογη εκκλησία και αυτή, ενορία κάποτε, είναι χτισμένη στον ίσκιο μια μεγάλης βελανιδιάς από την Ανατολή και ενός συμπλέγματος μέτριων πλατάνων από τη Δύση. Είναι ευρύχωρη εκκλησία με καλοδιατηρημένες άριστης τεχνοτροπίας παλαιές εικόνες, χειροποίητα ασημένια καντήλια, στασίδια από σκαλισμένο στο χέρι ξύλο και στις τρεις πλευρές, άξια λόγου από κάθε άποψη. Μια εκκλησία που θα ήταν για τον πολιτισμό της Ράχωβας στολίδι αν ο χρόνος και η αδιαφορία των ανθρώπων δεν την είχαν φθείρει τόσο. Τα πρώτα χρόνια, ο ιερέας του χωριού λειτουργούσε και των Αγίων Ταξιαρχών, στις 7 Νοεμβρίου, έστω και με πολύ κρύο, και κατόπιν κατέβαινε στην ενορία της Βαλκουβίνας. Δέκα χρόνια τώρα παρακολουθούσα την εκκλησία αυτή χωρίς κουφώματα και με χαλασμένη σκεπή, να βρίσκεται στο έλεος των καιρικών φαινομένων. Όταν και το εσωτερικό της άρχισε να καταστρέφεται, ευαισθητοποιήθηκε το εκκλησιαστικό συμβούλιο και με την οικονομική αρωγή συμπατριωτών, επισκεύασε τα κουφώματα και έφτιαξε νέα σκεπή. Συντηρήθηκε αρκετά. Τώρα την ανοίγει κάπου – κάπου κάποιος πιστός και την επισκεπτόμαστε. Τα περισσότερα σπίτια από τα παλιά Μιχαλέικα είναι κατοικημένα. Κάποιο καινούριο χτίστηκε πρόσφατα και το σπίτι του Παπα – Σωτήρη φαίνεται, ας πούμε, καλοστεκούμενο. Κάποια ανάλογη ή μεγαλύτερη καταστροφή υπέστη και ο παλιός Αϊ – Νικόλας, παλιά μητρόπολη της Ράχωβας. Βρίσκεται σε μια χαμηλή τοποθεσία του χωριού, κατάφυτη από κυπαρίσσια, πεύκα και ακακίες. Αγιογραφήθηκε με επιμέλεια και δαπάνη του Ραχωβίτη Πατριάρχη Ιεροσολύμων Δωσίθεου του 1706. Ο χρόνος και οι άπιστοι κατέστρεψαν τις αξιόλογες αγιογραφίες. Μετά και την κατασκευή του καινούριου Αγίου Νικολάου εγκαταλείφθηκε και από τους κατοίκους και κατέληξε σε ερείπιο. Τώρα δεν έχει μείνει τίποτα που να θυμίζει την αίγλη και το μεγαλείο της. Έχω ακούσει και για άλλες εκκλησίες που υπήρχαν πολύ παλιά στο χωριό. Ο Αϊ – Γιώργης, του οποίου υπάρχει ακόμα προσκυνητάρι, ο Άγιος Βλάσιος, ο Άγιος Τρύφωνας, η Φανερωμένη, η Αγία Παρασκευή. Από παλαιότερους κατοίκους έχω ακούσει για την ύπαρξή τους και την τοποθεσία που βρίσκονταν. Τελειώνω επισημαίνοντας πως η διαφορά της Ράχωβας από το 1954, που την επισκέφθηκα για πρώτη φορά, μέχρι σήμερα είναι όντως αισθητή. Πάντα ήταν όμορφη, ένα χωριό με όλες τις ιδιαιτερότητες των ορεινών χωριών, όμως πολύ αλλιώτικο παλιά, πολύ αλλιώτικο τώρα.
Ελένη Ασημακοπούλου - Μανωλοπούλου
No comments:
Post a Comment