Thursday, March 15, 2007

Σχολή Ραχώβης των 120-130 μαθητών στους πρόποδες της Σκαλίτσας ίδρυσε και συντήρησε ο Ανδρούτσος Σπανός

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
Ο ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ κ. ΑΝΔΡΟΥΤΣΟ ΣΠΑΝΟΝ

'Έγνωμεν εκ της προς ημάς αναφοράς τον ένθερμον ζήλον που δια τον φωτισμόν των συμπολιτών σου, χάριν των οποίων δαπανήσας εξ ιδίων εις οικοδομή, προσφέρεις εις κληροδοσίαν παντοτινήν και αυτά λείψανα της περιουσίας σου. Δια να σου δείξωμεν, καλέ και αγαθέ γέρον, πόσον αποδεχόμεθα τηνγενναίαν ταύτην πράξιν σου, εκπληρούμεν προθύμως την αίτησήν σου αναλαμβάνοντες πρόνοιαν των καταστημάτων τούτων. Πληθυνθείης εν γήρει πίονι ευπαθών, καλέ και αγαθέ γέρον, και πολλούς έχεις μιμητές των αγαθών πράξεων'.

Εν Ναυπλίω την 25ην Ιανουαρίου 1830

Ι.Α. Καποδίστριας

Thursday, March 8, 2007

Μια σταλιά φαίνεται η Εξοχή από ψηλά.

Όπως φαίνεται στην φωτογραφία από τον δορυφόρο, δεν το πιστεύει κανείς ότι άπειρες ιστορίες, χιλιάδων ανθρώπων εκαντοτάδες χρόνια τώρα χώρεσαν σε αυτόν τον τόσο δα τόπο.

Σαν στόχος βομβαρδιστικών μοιάζει.Όταν τα βομβαρδιστικά του ΝΑΤΟ χτυπούσαν την Σερβία ήταν σαν να ακούγαμε ότι βομβαρδίζονταν τα χωριά μας, της Ανατολικής Αιγιαλείας (Βελλά, Βεργουβίτσα, Βλοβοκά, Βερσοβά). Όλα αυτά είναι σλάβικα ονόματα; Ποια είναι η καταγωγή μας; Δεν είμαστε απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων; Αυτό είναι για μας το μεγάλυτερο ναρκισσιστικό πλήγμα που δεχτήκαμε μετά από τις ανακαλύψεις που έκαναν ο Δαρβίνος (καταγόμαστε από τα ζώα), ο Κοπέρνικος (η γη μας δεν είναι το κέντρο του κόσμου) και ο Φρόυντ (το μεγαλύτερο μέρος του ψυχισμού είναι ασυνείδητο)!

Εμείς έχουμε μάθει ότι Πέρσες, Ρωμαίοι, Σκύθες, Άβαροι, Σλάβοι, Αλβανοί, Βλάχοι, Φράγκοι, Τούρκοι, Εβραίοι, Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλλοι, και πολλοί άλλοι πέρασαν και μερικοί έμειναν και ορισμένοι αναμίχθηκαν με τους Έλληνες και έγινα Έλληνες. Είναι αλήθεια αυτό; Η ιστορία μπορεί να μας πει την αλήθεια;

Yπήρξαν τα κρυφά σχολειά; Έτσι, με αυτή την ρομαντική ιδέα, εμείς μεγαλώσαμε. Ασφαλώς και υπήρξαν δάσκαλοι και βιβλία κατά την περίοδο της κατοχής των τούρκων. Και όμως χωρίς τα κείμενα της παλαιάς και της καινής διαθήκης μεταφρασμένα στα ελληνικά - τα οποία επελέγησαν επειδή ήταν η κυρίαρχη γλώσσα σε πολλά μερη τότε - δεν θα είχαμε την γλώσσα να ελληνιστούμε και εμείς και να μιλάμε σήμερα. Εξ άλλου η γνώση είναι ανατρεπτική και κρυφά πάντα διδάσκεται. Εξ άλλου και ... οι άγγελοι στον παράδεισο μιλούν ελληνικά...(Εγγονόπουλος).

Για να δεις δηλαδή έναν τόπο ανθρώπων από ψηλά χρειάζονται εκτός από τον δορυφόρο της ΝΑΣΑ και τα βλέματα των αγγέλων. Δεν αρκεί η τεχνογνωσία για να ζεις δημιουργικά. Χρειάζεται η γνώση των ελληνικών για να μετέχεις της ελληνικής παιδείας. Χρειάζεται να χαρείς, να λυπηθείς, να χάσεις, να πενθήσεις, να αγαπήσεις, να γιατρευτείς, να ονειρευτείς στα ελληνικά. Για να γνωρίσεις κάτι πρέπει να γίνεις αυτό.

Είναι ανιστορικοί τραυματισμοί οι συνδικαλισμοί με τα ευαγγέλια και τα ελληνικά. Τον τόπο αυτόν τον βομβάρδισαν αυτοί που αποφάσισαν ότι δεν υπήρξε συνέχεια του ελληνικού στοιχείου. Πολλές διαχωριστικές γραμμές, πολλά όρια, βάζουμε γιατί δεν αντέχουμε τις συνέχειες και το άγνωστο που φέρουν.

Η συνέχεια των ελλήνων είναι η γλώσσα τους. Τα ελληνικά ποτέ δεν υπήρξαν νεκρή γλώσσα. Και αυτό δεν έγινε από τύχη. Δεν είναι τυχερή γλώσσα που την μίλησαν οι έλληνες, οι λαοί που κατέκτησε ο Μ. Αλέξανδρος, οι Ρωμαίοι, οι Βυζαντινοί. Εμείς είμαστε τυχεροί που την μιλάμε. Ο Γιοζέφ Νεχαμά (Ιστορία των ισραηλιτών της Σαλονίκης, Βιβλίο Πρώτο, σελ. 29-30, University Studio Press) αναφέρει: ¨Σύμφωνα με το παλαιστινιακό Ταλμούδ τα ελληνικά τιμήθηκαν στην παλαιστίνη για τον ποιητικό τους ρυθμό. Οι ραβίνοι αποφαίνονται ότι είναι αψεγάδιαστα και προσθέτουν ακόμα ότι έχουν περισσότερη χάρη απ' όλα τα ιαφετικά ιδιώματα. Είναι δείγμα καλού ύφους για τους μορφωμένους να συζητούν στα ελληνικά και ιδίως να συντάσσουν μόνο σε αυτή τη γλώσσα κάθε δημόσιο έγγραφο. Τα Ελληνικά γίνονται η μόνη πραγματική γλώσσα όλου του Ισραήλ και διατηρούν αυτό το προνόμιο για πολλούς αιώνες. Το ίδιο συμβαίνει εξάλλου και για την πρωτοεμφανιζόμενη χριστιανική εκκλησία. Η ελληνική γλώσσα κυριαρχεί στις επιτάφιες στήλες, στις κατακόμβες, στα γραπτά των ιεραποστόλων και συχνά ακόμη και στη λειτουργία. Όλες οι εβραϊκές αποικίες των παράκτιων περιοχών της Μεσογείου μιλούν ελληνικά. Οι εβραίοι της Κριμαίας, πριν μιλήσουν ταρταρικά ή ρωσικά, μιλούσαν μόνο ελληνικά. Βρίσκουμε ελληνικές επιγραφές στα σπίτια των Εβαρίων του Καυκάσου από τον πρώτο έως τον τρίτο αιώνα της χριστιανικής περιόδου".

Υπάρχει η Ελλάδα... και αντιστέκεται και επιμένει ... Κι όποιος δεν καταλαβαίνει δεν ξέρει που πατά και που πηγαίνει [Σαββόπουλος].

Η Τριγυνού

Wednesday, March 7, 2007

Θέμα αγωγής



Την ιδέα να περιηγούμεθα αφηγούμενοι τον τόπο μας κρατώντας ανά χείρας τους ποιητές και στοχαστές μας την οφείλουμε στους Περιηγητές από την εποχή του Παυσανία.

Ο Θανάσης Βαλτινός στο κείμενο που έγραψε σε ένα πανέμορφο Λεύκωμα με φωτογραφίες του Νίκου Δεσύλλα για την Πελοπόννησο (Εικόνες Μύθου και Ιστορίας, Εκδόσεις Σύνολο, Αθήνα 2003) αναφέρει τον Παυσανία: «…Από τις τρεις φυλές που κατοικούν την Πελοπόννησο, οι Αρκάδες και οι Αχαιοί είναι αυτόχθονες. Οι Δωριείς έβγαλαν τους Αχαιούς από τη χώρα τους, οι Αχαιοί όμως δεν εγκατέλειψαν την Πελοπόννησο, αλλά έδιωξαν τους Ίωνες και εγκατάστηθηκαν στην χώρα που πριν λεγόταν Αιγιαλός και τώρα πήρε το όνομά της από τους Αχαιούς αυτούς (Αχαϊα)…».

Ο Θανάσης Βαλτινός συνεχίζει την δική του επί-σκεψη ως εξής: «Η ισχύουσα τώρα διαίρεση της Πελοποννήσου είναι απλώς διοικητική – κατά τα άλλα ελάχιστα διαφέρει από αυτή που αναφέρει ο Παυσανίας… Η Πελοπόννησος έχει έκταση 21.439 τετραγωνικών χιλιομέτρων, κάτι παραπάνω από ένα εκατομμύριο κατοίκους και ακτές συνολικού μήκους 1.379 χιλιομέτρων – της Μάνης συμπεριλαμβανομένης σε αυτά. Με την σημερινή μας τουριστική νοοτροπία μπορούμε εύκολα να εκτιμήσουμε τι σημαίνει τούτο: οργανωμένα camping, χρυσές beaches, luxurious hotels και άλλα παρόμοια. Η δυνατότητα ωστόσο μιας διαφορετικής προσέγγισης είναι πάντα παρούσα».

Μια τέτοια διαφορετική προσέγγιση δίνει ο Οδυσσέας Ελύτης (Ήλιος ο Πρώτος, Ίκαρος, Αθήνα 1968):

Πίνοντας ήλιο κορινθιακό
Διαβάζοντας τα μάρμαρα
Δρασκελίζοντας αμπέλια θάλασσες
Σημαδεύοντας με το καμάκι
Ένα τάμα ψάρι που γλιστρά
Βρήκα τα φύλλα που ο ψαλμός του ήλιου αποστηθίζει
Τη ζωντανή στεριά που ο πόθος χαίρετε
Ν’ ανοίγει
Πίνω νερό κόβω καρπό
Χώνω το χέρι μου στις φυλλωσιές του ανέμου
Οι λεμονιές αρδεύουνε τη γύρη της καλοκαιριάς
Τα πράσινα πουλιά σκίζουν τα όνειρά μου
Φεύγω με μια ματιά
Ματιά πλατειά όπου ο κόσμος ξαναγίνεται
Όμορφος από την αρχή στα μέτρα της καρδιάς

Και ο Θανάσης Βαλτινός μας ρωτά: «Πόσον ήλιο μπορεί να κρατήσει στον φλοιό της μια ρώγα κορινθιακής σταφίδας; Δεν υπάρχει μέτρο, δεν υπάρχει όριο. Μπορεί να κρατήσει τον ήλιο ολόκληρο. Τουλάχιστον τον ήλιο του δικού μας γαλαξία».

Οι ποιητές μας δίνουν εικόνες απίστευτης καθαρότητας σαν τις επιφάνειες ονείρου, σαν τις χειμωνιάτικες φωτογραφίες που τράβηξε και σαν το κείμενο με τα καθαρά Ελληνικά που έγραψε η Ιρίνα (τον Μάρτιο 2007).

Ο Παυσανίας μας έμαθε να περιηγούμεθα έναν τόπο με το να τον αφηγούμεθα. Τα ταξίδια μας είναι επι-σκέψεις, δηλαδή σκέψεις επί της γεωγραφίας και της ιστορίας με ξεναγούς τον Όμηρο, τον Ευριπίδη, τον Αριστοτέλη, κλπ.

Η ιστορία και η ποίηση είναι της ίδιας τάξεως κατά τον Αριστοτέλη. Είναι έρευνα. Έρευνα δεν σημαίνει ότι βρίσκω μια αλήθεια. Σημαίνει ότι ποιώ μορφές, μορφοποιώ τις αντιλήψεις, δίνω σχήματα στις εμπειρίες μου. Για να ανακαλύψουμε κάτι χρειάζεται να μαντεύσουμε, κατά τον Pierce, τον μεγάλο Αμερικανό φιλόσοφο. Χρειάζεται η διαίσθηση.

Το παιχνίδι, η ποίηση και η τέχνη δεν μας φανερώνουν την αλήθεια. Μας σώζουν από την αλήθεια, την υπερβολική πραγματικότητα. Μεσολαβούν ώστε να μη δεχόμαστε γυμνή και τραυματική την πραγματικότητα, αλλά ως μια σκηνή στην οποία δεν παρευρισκόμαστε, μια σκηνή από την οποία απουσιάζουμε και για αυτό αναγκαζόμαστε να την φανταζόμαστε, να φανταζόμαστε τα τεκταινόμενα επί αυτής. Την απόλυτη αλήθεια κανείς δεν την γνωρίζει. Από την άλλη μεριά δεν υπάρχει όριο στην φαντασία.

Ο Εγγονόπουλος στο ποίημά του για τον Μπολιβάρ αποδεικνύει ότι «το να είσαι ‘Ελληνας δεν είναι θέμα καταγωγής αλλά αγωγής». Η μεταφορά του Μπολιβάρ όπου ο ποιητής του λέει σε μια αναπάντεχη στιγμή ‘είσαι ωραίος σαν Έλληνας’ μας θυμίζει ότι η ταυτότητα είναι ένα θέμα ομοίωσης και αφομοίωσης των στοιχείων που επιλέγουμε από τους άλλους να τους μοιάσουμε, να γίνουμε ‘σαν’ αυτούς. Μετά το θέμα είναι να μείνουμε όμοιοι με τον εαυτό μας. Εξαρτιόμαστε από τους γύρω μας για να ορίζουμε ποιοι είμαστε. Η αγωγή κάνει την καταγωγή, όχι το αντίθετο.

Thursday, March 1, 2007

Η συμμετοχή μου

Την ιδέα της καταγραφής της ιστορίας ενός μικρού χωριού μου γνώρισε ένας άνθρωπος που συνάντησα σε αυτά τα μέρη. Ονειροπόλος ο ίδιος, μου μίλησε για την παρέα του, που «παίρνει τα βουνά» για να αναπολήσει παλιές εικόνες και να τις ξαναζήσει νοερά στην ιστορική τους πατρίδα, το χωριό Ράχωβα - Εξοχή. Ας με συγχωρέσουν οι σημερινοί χαρτογράφοι, αλλά θα χρησιμοποιώ και τις δυο ονομασίες, καθώς δεν έχω το δικαίωμα να απαρνηθώ την ιστορική του ονομασία λόγω κάποιας διοικητικής απόφασης. Η ιδέα να γραφτεί η ιστορία του χωριού λοιπόν, στην αρχή μου φάνηκε αλλόκοτη ή τουλάχιστον ασυνήθιστη.

Μετά από κάποιες σκέψεις όμως συνειδητοποίησα ότι ακριβώς αυτό το (κάτι) ασυνήθιστο ξεχωρίζει στη ρουτίνα της ζωής και μένει στη μνήμη μας. Και πόσο αλλόκοτο είναι να θέλει κανείς να μάθει την ιστορία του τόπου του? Αντί για οδό και αριθμό να πει εγώ προέρχομαι από κει που ζούσαν πολλές γενιές των ανθρώπων, που γεννήθηκαν, πολέμησαν, ξεχώρισαν, προσέφεραν, αγαπήθηκαν, λατρεύτηκαν και με την διαδρομή τους τίμησαν την ανθρωπότητα, συνέβαλαν στην ανάπτυξη του τόπου και πήραν ξεχωριστή θέση στην ιστορία της χώρας.

Η κοινωνία μας δεν μας «κακομαθαίνει» με τέτοιου είδους εκδηλώσεις πνευματικής αναζήτησης. Λίγοι άνθρωποι τολμούν να αναρωτηθούν. Οι περισσότεροι ήδη έχουν ακούσει τυποποιημένες απαντήσεις, που προσφέρονται σε αφθονία, από εύκολες πηγές, για… μη επιβαρυμένα με εγκεφαλικά κύτταρα κρανία. Ο άνθρωπος που θα αναρωτηθεί θα κοπιάσει να βρει την απάντηση, αλλά θα ταξιδέψει και οι εμπειρίες του, όπως και η άποψη, θα είναι μοναδικές. Ανέκαθεν αναζητούσαν οι άνθρωποι απαντήσεις στα φιλοσοφικά ερωτήματα: «από πού έρχομαι, ποιος είμαι και που πάω». Προσέξτε τη σειρά των ερωτήσεων. Γιατί, περισσότερο πρέπει να ξέρουμε από πού προερχόμαστε; Ας μην εμπλακούμε σε μια τέτοια ερώτηση, που θέλει εκτενή απάντηση. Ας περιοριστούμε και ας αναρωτηθούμε σε τι μπορεί να μας χρησιμεύσει η γνώση της τοπικής ιστορίας, του χωριού ή της πόλης.

Για να αγαπήσεις κάτι πρέπει να το γνωρίσεις. Η ομορφιά της φύσης, οι βραδιές, η νοσταλγία των χρόνων που έχουν περάσει, οι έρωτες, τα δειλινά σε όλο τον κόσμο είναι περίπου όμοια, τι κάνει τον τόπο μου να ξεχωρίζει; Με τι είναι ποτισμένο αυτό το χώμα; Ποιοι ζούσαν; Σε τι ήλπιζαν; Τι έκαναν; Τι επιδίωξαν; Αυτό είναι που κάνει ένα μέρος να ξεχωρίζει από το άλλο και όχι μόνο το γεωγραφικό τοπίο. Στη συνέχεια έρχονται οι ερωτήσεις: Ποιος είμαι; Τίνος απόγονος; Τι κυλάει στο αίμα μου;

Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες μιας ιστορικής ανασκόπησης θα δούμε ότι όλα έχουν ξανασυμβεί. Κακουχίες, πόλεμοι, έρωτες, μόχθος, πόνος, νίκες, ήττες. Πριν από πολλά χρόνια οι άνθρωποι ζούσαν ακριβώς όπως εμείς τώρα. Η σύλληψη αυτής της ιδέας προσωπικά με κάνει να ξεκαθαρίζω τις αξίες μου και να θέτω τις προτεραιότητές μου. Να δίνω θέση σε πιο σημαντικά πράγματα.

Όποιος δεν ξέρει την ιστορία του είναι καταδικασμένος να κάνει τα ίδια λάθη ξανά και ξανά. Έχοντας κληρονομήσει ήδη κάποια βάση είναι ευκολότερο να φτάσεις ακόμη πιο ψηλά. Ευρισκόμενοι ήδη σ’ ένα καλό σημείο εξέλιξης ας προχωρήσουμε παραπέρα. Αυτή είναι ίσως η ουτοπιστικο-ρομαντική προσέγγιση της τοπικής ιστορίας.

Όλοι έχουμε ακούσει τη φράση «αν δεν παινέψεις το σπίτι σου – θα πέσει να σε πλακώσει». Ξέρετε τι έχω προσέξει μελετώντας την ιστορία πολλών λαών; Ότι κάθε έθνος έχει να υποδείξει τον ομφαλό της γης να βρίσκεται ακριβώς στον τόπο του! Έχει παραδόσεις που πιστοποιούν την υπεροχή του κλπ. Όλα δείχνουν πολύ εθνοκεντρικά και στην περίπτωση της τοπικής ιστορίας – τοπικιστικά. Καλό θα ήταν, ωστόσο να προχωρήσουμε σε μια πιο βαθιά ανάλυση του φαινόμενου αυτού. Θα εξηγούσα την παροιμία από άλλη σκοπιά: το σπίτι είναι η προστασία σου, έχει έναν σκελετό γερό, ικανό να σε προστατέψει και να σε στηρίξει, να σου δώσει θαλπωρή όταν επιστρέφεις από τον αγώνα, τον πόλεμο, την ξενιτιά. Αυτή το νόημα έχει η μικρή μας πατρίδα. Ξεκινά από γερά θεμέλια που είναι η ιστορία της, έχει γερό σκελετό που αποτελείται από τις αξίες μας οι οποίες στην πλειοψηφία τους οικοδομούνται στα παιδικά μας χρόνια. Και ο ομφαλός της γης είναι το μέρος όπου γεννηθήκαμε και απ’ όπου συνδεόμαστε με τον ομφάλιο λώρο με τη γη μας.

Η συνείδηση της πατρίδας, η έννοιά της, είναι το αντίδοτο στην ιδέα της παγκοσμιοποίησης. Ένα αντίβαρο που επιτρέπει τη διατήρηση της αρμονίας. Η παγκοσμιοποίηση κατ΄ ουσίαν είναι η ισοπέδωση κάθε εθνικής, παραδοσιακής και ιστορικής ιδιαιτερότητας των ανθρώπων. Δηλαδή των διαφορών που κάνουν τον κόσμο να είναι όμορφος χάρις στην ποικιλία του. Μια καλή παρομοίωση της ισοπέδωσης των διαφορών θα μπορούσε να είναι: όλα τα άνθη να μοιάζουν μεταξύ τους. Μα ο καθένας ξέρει ότι άλλη ομορφιά έχει ένα μπονσάι, άλλη ένα τριαντάφυλλο κι άλλη ακόμη και το γαϊδουράγκαθο. Για να ξέρουμε λοιπόν τις διαφορές μας, και να μην προσπαθεί η τουλίπα να μοιάσει ή να παριστάνει την πεταλούδα, ας μάθουμε από πού προερχόμαστε και τι έχουμε στα κύτταρά μας.

Γιατί εγώ, μια ξένη, συμμετέχω σε αυτή την προσπάθεια; Γιατί απλούστατα οι αναζητήσεις αυτές δεν έχουν εθνικό χαρακτήρα αλλά οικουμενικό, και όλοι οι άνθρωποι στον πλανήτη έχουμε τις ίδιες αναζητήσεις, τον ίδιο πόνο και την ίδια αγάπη: να γινόμαστε καλύτεροι, να είμαστε «άνω θρώσκοντες».

Κιάτο

Ειρήνη Γκαβριλιούκ